δυσπνοίας

δυσπνοίας
δυσπνοίᾱς , δύσπνοια
difficulty of breathing
fem acc pl
δυσπνοίᾱς , δύσπνοια
difficulty of breathing
fem gen sg (attic doric aeolic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужно решить контрольную?

Look at other dictionaries:

  • ГАЛЕН —    • Galēnus,          Γαληνός, Claudius, врач, история жизни и образования которого известна нам из многочисленных намеков в его сочинениях. Он родился в 131 г. от Р. X. в Пергаме. Отец его Никон, геометр и архитектор, был человек зажиточный и… …   Реальный словарь классических древностей

  • καρδιά — Μυώδες κοίλο όργανο με τέσσερις χώρους, η λειτουργία του οποίου είναι θεμελιώδης για την κυκλοφορία του αίματος, καθώς παραλαμβάνει το αίμα από τις φλέβες και ως αντλία το τροφοδοτεί στις αρτηρίες. Η κ. του ανθρώπου βρίσκεται στο πρόσθιο μέσο… …   Dictionary of Greek

  • ορθόπνοια — η (Α ὀρθόπνοια) [ορθόπνους] βαρύτατη μορφή δύσπνοιας η οποία επιτρέπει την αναπνοή μόνον σε όρθια ή καθιστή στάση …   Dictionary of Greek

  • άσθμα, βρογχικό — Παροξυσμική αντίδραση που εκδηλώνεται στο ύψος των αναπνευστικών οδών με στένωση του αυλού των βρογχιολίων λόγω σύσπασης των μυϊκών ινών τους, με οίδημα του βλεννογόνου και υπερέκκριση των αδένων, σε άτομα με ιδιοσυστατική προδιάθεση. Κλινικά… …   Dictionary of Greek

  • ασπιδόσπερμα — (aspidosperma). Ρωμαλέο δέντρο της οικογένειας των αποκυνιδών, ιθαγενές της δυτικής Αργεντινής. Έχει λευκάζοντα και ευθύ κορμό, με νεαρούς λεπτούς βλαστούς που κλίνουν προς τα κάτω, όπως της κρεμοκλαδούς ιτιάς. Τα φύλλα της είναι επιμήκη, στιλπνά …   Dictionary of Greek

  • καρκινοειδές σύνδρομο — Σπάνια κατάσταση που χαρακτηρίζεται από κρίσεις εξάψεων του προσώπου, διάρροιας και δύσπνοιας. Προκαλείται από έναν όγκο στον πνεύμονα ή στο έντερο, που ονομάζεται καρκινοειδές. Ο όγκος εκκρίνει σε μεγάλες ποσότητες την ουσία σεροτονίνη, η οποία… …   Dictionary of Greek

  • άσθμα — το, ατος δύσπνοια, λαχάνιασμα· αρρώστια με παροξυσμούς δύσπνοιας: Υποφέρει πολλά χρόνια από άσθμα …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”